- κυστινουρία
- Γενετική διαταραχή κατά την οποία η υπερβολική έκκριση του αμινοξέος κυστίνη στα ούρα οδηγεί στον σχηματισμό λίθων στα νεφρά και στην κύστη.
* * *ηη αποβολή κυστίνης στα ούρα υπό μορφή είτε εξάγωνων κρυστάλλων είτε μικρών συγκριμάτων, τα οποία μπορούν κατά τη διέλευσή τους από τη νεφρική πύελο να προκαλέσουν κωλικούς στην ουροδόχο κύστη ή να δημιουργήσουν λίθους σ' αυτήν.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. cystinurie < γαλλ. cystine «κυστίνη» + urie < -ουρία < οὖρον].
Dictionary of Greek. 2013.